Ο ρόλος του κριτικού

Ποια είναι η μοίρα των ανθρώπινων καλλιτεχνικών δημιουργιών; Όχι αυτή που μπορεί κάποιος να διαβάσει για παράδειγμα σε ένα βιβλίο λογοτεχνικής ή κινηματογραφικής κριτικής: δηλαδή, έχοντας τοποθετηθεί το βιβλίο ή η ταινία σε συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο και σε σχέση με παρόμοια έργα που έχουν εγγραφεί εντός του συνειδητά ή μη, στη συνέχεια επιχειρείται από τον κρίνοντα μια όσο τον δυνατόν (αδύνατον) «αντικειμενική» θεώρησή του, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων. Πρόκειται για μια εξόχως απαιτητική διαδικασία, παρόμοια με εκείνη του ιστορικού που ανατρέχει συνεχώς στις πηγές αναζητώντας την «αλήθεια».

Ο κριτικός, όπως το έχω στο μυαλό μου κυρίως ως φορμαλιστής, επιχειρεί να αποσπάσει το κείμενο αφενός από τον δημιουργό, του οποίου ο ρόλος έχει λήξει με το που βάζει την τελεία, και αφετέρου -κι εδώ ξεκινάν τα δύσκολα- από τις δικές του ιδιαίτερες προσδοκίες και ιδέες που ως άλλες Ερινύες καραδοκούν να στομώσουν τις κριτικές του ικανότητες. Στη συνέχεια το ίδιο ισχύει και για τις προσδοκίες του κοινού, των αναγνωστών ή των θεατών του έργου που φέρουν αναπόφευκτα τις ιδέες της εποχής τους, επιχωματώνοντας το έργο με το βάρος τους, εμμέσως υποχρεώνοντάς τον να τις λάβει υπόψη του, έστω για να τις ανατρέψει.

Είναι επίμοχθο κι απαιτεί εντυπωσιακή αυτοπειθαρχία από μέρους του κριτικού να δεθεί μόνος, χωρίς τη συνδρομή κανενός, στο κατάρτι και να μην αφεθεί στα κελεύσματα των Σειρήνων της Μόδας, της Ιδεολογίας και όλων εκείνων που πιθανόν στην κοινωνική του ζωή να αποδέχεται ως κανόνες συμβίωσης, όμως την ίδια στιγμή να προσπαθεί να κρατήσει μακριά από την Τέχνη, θεωρώντας ότι καταστρατηγούν το νόημά της, διακυβεύοντας την ουσία και την ύπαρξή της. Εφόσον ενστερνίζεται ότι ο ρόλος της Τέχνης είναι εξ ορισμού επαναστατικός, καθώς αποτελεί το «αρνητικό» (καταπώς έλεγαν και οι θεωρητικοί της Φρανκφούρτης) στην «κατάφαση» του υπάρχοντος, αναδομώντας τη γλώσσα, προβάλλοντας την εικόνα ενός καλύτερου κόσμου όπου θα έχουν πραγματωθεί ιδανικά όπως η ελευθερία και η ευτυχία, θα παραμείνει λοιπόν ο κριτικός επιφυλακτικός στον διδακτισμό, στις καταγγελίες, στον κάθε λογής -ισμό που προσπαθεί να εμφιλοχωρήσει, μεταφέροντας την «πραγματικότητα» εντός του Ναού. Ο κριτικός οφείλει να είναι συντηρητικός φύλακας των Ιερών και των Αυθεντιών (λέξη που τρομάζει τους κάθε λογής -ιστές), ακριβώς ώστε να διαφυλάξει την επαναστατικότητα του έργου τέχνης.

Αυτός ακριβώς ο διχασμός αποτελεί το βάρος και την ευθύνη του. Τη στιγμή που επισείει τους κινδύνους της οχλαγωγίας και «των μέσων πληροφόρησης και ψυχαγωγίας που μάχονται κατά του συμπαγούς ιδιωτικού χώρου, της επένδυσης στη σιωπή που απαιτεί η σοβαρή ανάγνωση» (Steiner), ζώντας σε ένα «άσυλο εγωκεντρισμού», την ίδια πάλι στιγμή οφείλει να έχει τα μάτια του ανοιχτά στα νέα ρεύματα, σε ό,τι είναι καινοτόμο και αυθεντικό, σε ό,τι έρχεται ακροπατώντας για να βάλει ξανά φωτιά στην παθητικότητα ενός αποκοιμισμένου κοινού που δέσμιο της εμπορευματικής κοινωνίας καταναλώνει αμετροεπώς, άκριτα και ανεπίγνωστα. Επί ξυρού ίσταται ακμής, λοιπόν, αφού το καινοφανές σπανίζει και είναι εξαιρετικά δύσκολο κατά τη διάρκεια ενός βραχέως βίου να εμφανιστεί μακρά τέχνη. Το αποτέλεσμα είναι συνήθως, όσο περνούν τα χρόνια, ο κριτικός να γίνεται πιο συντηρητικός και παρατηρώντας γύρω του την επέλαση της κακογουστιάς, των trends και της εγγράμματης ασημαντότητας, να στρέφεται ολοένα και περισσότερο στο παρελθόν προσπαθώντας ματαίως να διαφυλάξει τον θησαυρό από εκείνους που έχουν αντικαταστήσει στο λεξιλόγιό τους τη δομική τους άγνοια με όμορφες έννοιες όπως συμπερίληψη, φεμινισμός, τριτοκοσμισμός, μαρξισμός, φιλελευθερισμός, εκδημοκρατισμός και πάει λέγοντας.

Όμως οφείλει να θυμάται ότι η Τέχνη δεν του ανήκει, κι ας θεωρεί τον εαυτό του Εκατόγχειρα φύλακά της. Ισχύει αυτό που είπα στην αρχική πρόταση: η μοίρα των ανθρώπινων δημιουργιών τον ξεπερνά. Παραμένει εκείνη που, ανεξάρτητα από την κρίση του, θα επιλέξουν οι άνθρωποι γύρω του. Και πρέπει να το αποδεχτεί ως γεγονός, όπως και το άλλο, της θνητότητάς του.

Υ.Γ.

Το να προσπαθείς να κρίνεις με επιχειρήματα ένα έργο τέχνης και να λαμβάνεις την υποτιμητική απάντηση ότι δεν σου άρεσε επειδή είσαι «λευκός/ μαύρος», «άντρας/ γυναίκα», «προνομιούχος / έπηλυς», «θρησκευόμενος/ άθρησκος» «Παλαιστίνιος/ Ισραηλινός», «Ρώσος / Ουκρανός» και όποιο άλλο ζεύγος θέλετε, συνεπικουρούμενο από ψυχολογίστικες ερμηνείες περί απουσίας ενσυναίσθησης κλπ.,αποτελεί απόδειξη όσων έγραψα περί «θορύβου» που σκεπάζει την ουσία με γηπεδικού τύπου διαχωρισμούς. Κάποιοι θα συνεχίσουμε να παλεύουμε ενάντια στον εαυτό μας και στις μόδες, για μια κατά το ανθρωπίνως δυνατόν πιο αντικειμενική κριτική. Ας μείνουν όσοι επιθυμούν στον εφησυχασμό της σχετικότητας και του «όλα είναι υποκειμενικά». Το ταξίδι μας θα είναι μοναχικό.

2 σκέψεις σχετικά με το “Ο ρόλος του κριτικού

Σχολιάστε