Κείμενο μεστό, βρίθον θεολογικών αναφορών, πλήρες νοημάτων. Η μορφή τού ημερολογίου εξυπηρετεί σαφώς την παράθεση μεταφυσικής φύσης ερωταπαντήσεων, ανησυχιών και συλλογισμών του καθολικού Μπερνανός.

Στη λογική αυτή, καθίσταται ξεκάθαρος ο συμβολισμός: Ο εφημέριος ακολουθεί τα βήματα του Ιησού προς το μαρτύριο και τη λύτρωση, εν μέσω ενός απόντος ποιμνίου, μια έμπλεης πλήξης κοινότητας.
Εκεί που ένας αμέτοχος μεταφυσικών αναζητήσεων αναγνώστης (όπως εγώ) και λάτρης της λογοτεχνίας στοχάζεται περί της ματαιότητας, ένας πιστός (ομού με τον συγγραφέα) ανακαλύπτει τη Θεία Χάρη.
Τούτου δοθέντος, το έργο αδικείται -κατά την άποψή μου- από πλευράς μορφής και όχι περιεχομένου. Συγκεκριμένα, πάσχει από το «προπατορικό αμάρτημα» των γαλλικών γραμμάτων και τέχνης εν γένει: φλυαρία, στόμφος, πληθώρα αφορισμών και ήρωες που ομιλούν την ίδια «γλώσσα». Οι διάλογοι συχνά ηχούν ψεύτικοι, μια αλληλουχία από «ατάκες», σίγουρα πνευματώδεις, φιλοσοφημένοι και εμβριθείς, αλλά για τον λόγο αυτό παράταιροι και ενίοτε κουραστικοί.
Το «Ημερολόγιο» συχνά δίνει την εντύπωση πως «πνίγεται» από το υπερχείλισμα των ιδεών του, ασφυκτιά υπό το βάρος της επαγγελίας του, «στομώνει» από τη ορμή του διαπρύσιου λόγου του.
Προφανώς, τα προηγηθέντα είναι απλά προσωπικές και υπερβολικά αυστηρές απόψεις – άλλοι αναγνώστες θα τα προσπεράσουν ως υπερβολές (και καλά θα κάνουν!). Ο «Εφημέριος» παραμένει ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα με ποιότητες και βάθος που ελάχιστα σύγχρονα έργα μπορούν να προσφέρουν.