Ο άνθρωπος κοίταξε τον πίθηκο πίσω από τα κάγκελα κι εκείνος ανταπέδωσε το βλέμμα. Τι να σκεφτόταν, αναρωτήθηκαν ο ένας για τον άλλο.
Ο πίθηκος σήκωσε το χέρι σε χαιρετισμό και ο άνθρωπος ανταπέδωσε. Η επικοινωνία τους ήταν πολύ καλή τελευταία, ίσως καλύτερη από ποτέ. Κοιτάχτηκαν για λίγο, ο ένας μέσα από τα κάγκελα κι ο άλλος απέξω.
Η στιγμή δεν κράτησε πολύ. Ο πίθηκος και ο άνθρωπος έστρεψαν ταυτόχρονα το κεφάλι ψηλά, καθώς ένα σμήνος πουλιών πέρασε αφήνοντας μικρές κραυγές. Ο αέρας ήταν ευωδιαστός, η άνοιξη έκανε αισθητή την παρουσία της. Εικόνες άγριας φύσης, αγαπημένων πλασμάτων πέρασαν από το μυαλό τους και η μελαγχολία τούς συνεπήρε.
Στο απέναντι κλουβί, η τίγρης γρύλλισε, αλλά όχι με τον συνηθισμένο τρόπο της. Όμορφη ημέρα αυτή η Δευτέρα, πού όρεξη για αγριάδες.
Ζώα και άνθρωποι έκαναν αυτό που ήξεραν καλύτερα, διασκεδάζοντας ο ένας τον άλλον. Όταν έφτασε το απόγευμα και ήρθε η ώρα να κλείσει το πάρκο, ο πίθηκος πλησίασε ξανά τα κάγκελα. Το ίδιο έκανε κι άνθρωπος. Στάθηκαν ξανά ο ένας απέναντι στο άλλον, κουνώντας το κεφάλι. Άλλη μια μέρα τελείωνε.
Ο πίθηκος έλεγξε την κλειδαριά. Έριξε μια τελευταία ματιά και αποχώρησε σκεπτικός. Είχε να προλάβει το τελευταίο τραμ και το βραδινό τον περίμενε στο σπίτι.