Η Αλμπίνα και τα αντρόσκυλα – Α. Γιοντορόφσκι

Τρία προβλήματα είχα αρχικά να αντιμετωπίσω μ’ αυτό το βιβλίο: Συγγραφέας που κατά βάση είναι σκηνοθέτης (είμαι υπέρ της…πλήρους απασχόλησης όσον αφορά τα της τέχνης). Σουρεαλισμός (κατέληξα, μετά από μακροχρόνιες προσπάθειες, στο ότι δεν μου αρέσει στη λογοτεχνία). Λατινοαμερικάνος συγγραφέας (πλην Μπόρχες, Κορτάσαρ και Μπολάνιο…).

Εντούτοις, το γεγονός ότι επρόκειτο για μυθιστόρημα του φανταστικού αλλά και μετάφραση του Α. Κυριακίδη, με ώθησε να ξεπεράσω τις όποιες αντιρρήσεις και αναγνωστικές μου ιδιαιτερότητες (κανακεύω τον εαυτό μου). Ομολογώ λοιπόν ότι το αποτέλεσμα δεν με διέψευσε και η «Αλμπίνα» αποδείχθηκε ένα απολαυστικό βιβλίο.

Το μεγάλο του πλεονέκτημα είναι το προφανές για όλους όσοι έχουν έρθει σε επαφή με τον δημιουργό του ως σκηνοθέτη: οργιαστική και καθηλωτική φαντασία που υπερχειλίζει μέσα από κάθε σελίδα, ακατάπαυστα, ως το τέλος. Η Αλμπίνα, ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου, είναι ένα υπερφυσικών δυνάμεων πλάσμα που λειτουργεί ως θηλυκό αρχέτυπο. Πλείστες ερμηνείες και συνδηλώσεις εκλύονται άκοπα από κάθε παράγραφο, καθώς ο Γιοντορόφσκι χρησιμοποιεί την ηρωίδα του αλλά και τους συμπρωταγωνιστές της με περίσσιο οίστρο – λογοτεχνικό αλλά και κυριολεκτικό.

Η σεξουαλικότητα είναι βασικός πυλώνας, αν κι όχι αποκλειστικός, στο βιβλίο (κυρίως υπό τη μορφή κτηνοβασίας, καθώς οι άνθρωποι μεταμορφώνονται υπό το σεληνόφως σε σκυλόμορφα όντα και επιδίδονται σε όργια). Να αποτολμήσω να πω εδώ ότι το θέμα αυτό με ενοχλεί συνήθως (στα της τέχνης είμαι αμετανόητα συντηρητικός), διότι συνήθως χρησιμοποιείται ως πρόκληση οπότε είναι δηλωτικό ενδοκειμενικής ανισορροπίας, μετατοπίζοντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη στο γαργαλιστικό, ώστε να παραβλέψει τις όποιες δομικές αδυναμίες του βιβλίου. Κι αν στα χρόνια της νεότητας αυτό μπορεί να λειτουργούσε θετικά σε κάποιον σημαντικό βαθμό, στην ηλικία της ωριμότητας με ενοχλεί ως κιτς.

Στην «Αλμπίνα», προς τιμήν του ο συγγραφέας εντάσσει αρμονικά το ζωώδες -κυριολεκτικά και μεταφορικά- σεξ στο γενικότερο μυθιστορηματικό πλαίσιο, επικυρώνοντας και δικαιώνοντας την παρουσία του. Σ’ αυτό συντείνει και η μαγική ατμόσφαιρα που διαπερνά το έργο σ’ όλη του την έκταση, κινούμενη μεταξύ ονείρου και εφιάλτη, οπότε οι συνεχείς σπονδές στον Ίμερο παραμένουν ευπρόσδεκτες. Υποθέτω ότι οι ασχολούμενοι με την ψυχανάλυση θα έβρισκαν επιπλέον σημεία ταύτισης και ενδιαφέροντος, αφού το βιβλίο βρίθει από συμβολισμούς και πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης, ιδίως στις συνεχείς μετατοπίσεις απ’ το εξωτερικό στο εσωτερικό τόσο χωρικά όσο και κυριολεκτικά, στις εναλλαγές φύλου, ταυτότητας κ.ο.κ. Δεν επιθυμώ, όμως, να μπω σε ξένα χωράφια, οπότε δεν θα επεκταθώ.

Ένα ακόμα θετικό είναι το γεγονός ότι η -αναγκαστικά- κινηματογραφική οπτική του Γιοντορόφσκι δεν επισκιάζει τη λογοτεχνικότητα. Με αυτό εννοώ, ότι είναι πλείστα τα παραδείγματα βιβλίων που θυσιάζουν τον συγγραφέα στον σκηνοθέτη, με απώτερο σκοπό την κινηματογράφησή τους, κάτι που σε ένα έμπειρο μάτι φαντάζει ενοχλητικό (θέμα ορίων και ανισορροπίας, όπως προείπα). Προς τιμήν του ξανά, ο συγγραφέας κρατάει γερά τα ηνία και αφήνει το λογοτεχνικό του άλογο να καλπάσει, συχνά με φρενήρεις ρυθμούς, χωρίς να αφήνει ως επίγευση την υποψία ότι ο αναγνώστης διαβάζει κάτι που θα ήταν προτιμότερο να είχε μεταφερθεί στον κινηματογράφο αντί στην τυπωμένη σελίδα (τούτου δοθέντος δεν θα έλεγα όχι σε μια κινηματογραφική μεταφορά).

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s