Οδύσσεια – Όμηρος

Αντί κριτικής, κάποιες σκέψεις…

Ο ώριμος αναγνώστης που θα καταλήξει εδώ πίσω, στη μυθική χώρα του Ομήρου, έχει διαβεί σύνορα πολλών εθνών, έχει σκορπίσει σπάταλα τον χρόνο του, έχει αναλωθεί σε απολαύσεις πνευματικές συχνά υποδεέστερες. Κι όμως τα βήματα τον οδηγούν τελικά εδώ, μακρύτερα από τις αρχικές προσδοκίες του, καθώς το ταξίδι του είχε ξεκάθαρη έναρξη, μα αόριστο τέλος.

Ξεκινώντας, γνώριζε -η φήμη της μεγάλη- την ύπαρξη της λαμπρής ετούτης χώρας, της οποίας το αρχαίο κλέος ευωδίαζε στη μνήμη των ανθρώπων ανά τους αιώνες.

Κι όμως, ο νέος αναγνώστης απέφευγε όσο μπορούσε -συνειδητά, ασυνείδητα- την προσέγγιση. Άλλες χώρες τον καλούσαν. Με πρωτεύουσες λαμπερές, στολισμένες με τη βεβαιότητα του συγκαιρινού, τη σιγουριά του εν ενεργεία, ευεπίφορες στην ορμή τού νεοφώτιστου. Πώς να αντισταθεί; Πώς να αρνηθεί τη γοητεία τους;

«Καιρός παντί πράγματι», αναφέρει ο Εκκλησιαστής: οι χώρες διαδέχονται η μία την άλλη, απαστράπτουσες και φιλόξενες. Την ίδια στιγμή, ο ολοένα και πιο υποψιασμένος περιηγητής στον κόσμο της γνώσης, με απορία και έκπληξη αρχίζει να αναγνωρίζει κοινούς τόπους, επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Το οικείο καθίσταται κουραστικό, το πνεύμα αναζητά το καινό πλην όμως ολοένα και πιο επιλεκτικά.

Το επόμενο βήμα θα είναι καθοριστικό. Εμπρός ξανά σε μία ακόμα χώρα λαμπερή και, εν πολλοίς, γνωστή; Ή πίσω, στη ζώσα ανάμνηση της ομηρικής χώρας του νόστου, όπου λένε ότι όλα ξεκίνησαν μα κι εκεί καταλήγουν; Η αντίστροφη πορεία έχει ξεκινήσει και η Ιθάκη αναμένει τους τολμηρούς που την αναζητούν.

Και τα βήματα οδηγούν αναπόφευκτα στη Βασιλεύουσα του πνεύματος. Οι πύλες ορθάνοιχτες, η χώρα τόσο οικεία, τόσο μεστή, τόσο προσιτή. Το έμπειρο πλέον μάτι του περιηγητή αναγνωρίζει εκεί όλα όσα απόλαυσε στις χώρες της νιότης του. Όλα εκείνα που έπρεπε να δει και να μάθει ώστε να είναι επιτέλους έτοιμος (ως θαρραλέος) γι’ αυτή τη χώρα, γι’ αυτή την πόλη, γι’ αυτούς τους δρόμους, γι’ αυτό το μεγαλείο.

Όσα ο περιηγητής θεωρούσε, μέχρι πρότινος, εξέχοντα, λαμπερά και πρωτότυπα στα ταξίδια της πρώτης νιότης του, τα συναντά ξανά εδώ, αλλά για πρώτη φορά τα παρατηρεί, τα αφουγκράζεται, τα ψηλαφεί: λέξεις, χρώματα, αισθήσεις, οράματα…

Κατανοεί επιτέλους πως ό,τι αλλού υπήρξε λειψό και παροδικό, εδώ υφίσταται πλήρες και ατέρμονο.

Αγαλλιάται η καρδία, ευφραίνεται το πνεύμα. Ο νόστος ολοκληρώθηκε. Έχοντας πλέον φτάσει στην πηγή, ο περιηγητής σκύβει να ξεδιψάσει, μέλποντας τους στίχους εκείνους που εξέθρεψαν γενιές ταξιδιωτών πριν, τώρα, μετά -όσο υπάρχουν άνθρωποι: «Τον άντρα τον πολύτροπο πες μου, θεά, που χρόνια παράδερνε, σαν πάτησε της Τροίας τ’ άγιο κάστρο, κι ανθρώπων γνώρισε πολλών τους τόπους και τη γνώμη…»

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s