Η σονάτα του Κρόιτσερ – Λ. Τολστόι

Αν ερωτηθώ ενώπιον δικαστηρίου, δεν πρόκειται επισήμως να παραδεχτώ πως υπάρχουν βιβλία που οφείλει κάποιος να διαβάσει προτού διαβεί την πόρτα προς το Μεγάλο Πουθενά. Ανεπισήμως, όμως, στο πλαίσιο του ταπεινού μου blog και με μόνο κριτή τη συνείδησή μου, το πιστεύω ακράδαντα. Αν όχι για τους άλλους, τουλάχιστον για μένα.

Η «Άννα Καρένινα» και το «Πόλεμος και ειρήνη» του Τολστόι είναι δύο από αυτά. Πρόκειται για θεμελιώδη κείμενα, τα οποία προφανώς δεν έχουν ξεπεραστεί από ό,τι ακολούθησε (ρωτήστε και τον Φόκνερ), καθιστώντας το έργο των επιγόνων ακόμα πιο επίμοχθο, καθώς οι αναπόφευκτες συγκρίσεις είναι πάντα εις βάρος τους. Το αυτό ισχύει και για νουβέλες όπως ο «Θάνατος του Ιβάν Ιλίτς», μεταξύ άλλων.

«Η σονάτα του Κρόιτσερ» δεν εμπίπτει στην κατηγορία των «απαραίτητων αναγνωσμάτων», κι όχι εξαιτίας των σκοταδιστικών απόψεων που πρεσβεύει. Ο Τολστόι δεν άλλαξε αξιακό πλαίσιο στα γεράματα. Η ιδεολογική πορεία του είναι καταγεγραμμένη και μη επιδεχόμενη αμφισβήτησης, ιδίως σε ζητήματα σχέσεων των δύο φύλων, γυναικείων δικαιωμάτων κ.ο.κ.

Επαναλαμβάνω, δεν θα είχα οποιοδήποτε πρόβλημα με τις απόψεις του οιουδήποτε, οσοδήποτε ακραίες κι αν είναι (Σελίν, τα σέβη μου!), αρκεί να τηρείται απαρέγκλιτα μία και μόνο συνθήκη: ο καλλιτέχνης να μην παραχωρεί τη θέση του στον προπαγανδιστή/ ιδεολόγο. Ως προς αυτό παραμένω απηνής, ανεξαρτήτως αν οι απόψεις των δημιουργών με εκφράζουν στον μέγιστο ή στον ελάχιστο βαθμό. Αν και οπαδός της πολιτικής ορθότητας και αστικής ευγένειας στην καθημερινότητα, παραμένω απόλυτα αμοραλιστής, ελιτιστής και υποστηρικτής της Πεφωτισμένης Ολιγαρχίας σε ό,τι έχει σχέση με την Τέχνη και τις παραφυάδες αυτής.

Τούτου δοθέντος, στην εν λόγω νουβέλα, ο Λογοτέχνης εκπίπτει ξεκάθαρα σε προπαγανδιστή, κάτι που στα μάτια μου αποτελεί έγκλημα καθοσιώσεως. Η αίσθηση που αποκόμισα καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης ήταν πως ο συγγραφέας απλά εμφύσησε ζωή σε χαρακτήρες χάρτινους που απλά τοποθετήθηκαν «επί σκηνής», χωρίς να υπακούν σε κάποια εσωτερική αναγκαιότητα, πλην του να προπαγανδίσουν τις ιδέες του, με αφόρητα διδακτικό τρόπο.

Αίφνης εμφανίζονται στο προσκήνιο κάποιοι δευτερεύοντες χαρακτήρες που απλά λειτουργούν προβοκατόρικα -προτού επιστρέψουν στη λήθη- δίνοντας «πάσα» στους δύο πρωταγωνιστές που θα ξεδιπλώσουν απροκάλυπτα ως το τέλος τις απόψεις του συγγραφέα. Φρονώ πως θα ήταν πολύ πιο τίμιο για τον Τολστόι να αφήσει στην άκρη τη μυθιστορηματική φόρμα και να γράψει ένα άρθρο που θα μας διαφωτίζει σχετικά με τις απόψεις του περί σεξουαλικού ενστίκτου, ιατρικής επιστήμης και λοιπών. Όπως ακριβώς κάνει στον διευκρινιστικό Επίλογό του, τον οποίο βρήκα τελικά πολύ πιο ενδιαφέροντα και ειλικρινή σε σχέση με την ατυχή «μυθοπλασία» που προηγήθηκε.

Το Επίμετρο της μεταφράστριας ήταν ιδιαίτερα χαριτωμένο, καθότι έκανε φιλότιμες προσπάθειες να λειάνει τις γωνίες και να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα, προκειμένου να πειστεί το αγοραστικό κοινό πως ο Τολστόι δεν ήταν αντιδραστικός μισογύνης με μεσαιωνικές απόψεις. Λες και για τον αναγνώστη (θα πρέπει να) έχει την παραμικρή σημασία το ποιόν ή οι προθέσεις του δημιουργού, πέραν του τελικού αποτελέσματος.

Φυσικά και η μεταφράστρια, όπως και οι θεράποντες και θεραπαινίδες της τρέχουσας εκδοτικής παραγωγής, γνωρίζουν πολύ καλά τη διαδικασία ταύτισης (προσκόλληση στο παιδικό στάδιο της ανάγνωσης) του κοινού με τον καλλιτέχνη, οπότε σπεύδουν με κάθε τρόπο να καθησυχάσουν το ποίμνιο πως ο αγαπημένος τους συγγραφέας δεν είναι τόσο φασίστας/ μισογύνης/ μισάνθρωπος/ σκατόψυχος κ.ο.κ., αλλά συχνά παρεξηγημένος, ενίοτε λοξός, πλην όμως έμπλεος ψυχικής ομορφιάς, κάτι που αποκομίζει όποιος έρθει σε επαφή με το έργο του.

Δεν είναι διόλου τυχαίες οι μετά θάνατον κρίσεις του τύπου: «Μεγάλος καλλιτέχνης, μα και μεγάλος Άνθρωπος!» και παρεμφερή γλυκανάλατα, για ένα κοινό που δεν κατανοεί πως η Υψηλή Αισθητική είναι από μόνη της ηθική στάση/ άποψη, πολύ πιο σημαντική από τη χύδην τρέχουσα, τουλάχιστον σε ό,τι έχει να κάνει με την Τέχνη. Λες και οι αναγνώστες (είδος που σπανίζει) έχουν λιγότερο ανάγκη από μεγάλους Λογοτέχνες παρά από καλούς καγαθούς γραφιάδες της σειράς.

Πόσο όμως πιο ανακουφιστικός είναι ο καλόψυχος, ηδυεπής και ευγενής καλλιτέχνης (σε αφήνει να κλάψεις στοργικά στον ώμο του και σου πασάρει τέχνη που μπορείς να αναγνωρίσεις εύκολα τον εαυτό σου, με λογάκια που θα μπορούσες ίσως να έχεις γράψει και εσύ), από τον μεγαλοφυή Δημιουργό (σου δείχνει πώς είναι οι απάτητες κορυφές, η τέχνη που σε ξεπερνά, που ποτέ δεν θα μπορούσες να μιμηθείς, παρά μόνο να θαυμάσεις), ο οποίος απλά παραδίδει το μεσσιανικό έργο του στους πεινώντες και διψώντες (ότι αυτοί χορτασθήσονται), για να επιστρέψει στην ολύμπια αταραξία του, μακριά από τις οιμωγές και την πεπερασμένη λατρεία του πλήθους, των oi polloi.

Συγκεφαλαιώνοντας, το βασικό πρόβλημα στη «Σονάτα του Κρόιτσερ» δεν είναι πως ο Μέγας Λέων υπήρξε «αντιδραστικός» ή ό,τι άλλο μπορούμε να του προσάψουμε άτυπτα, αλλά κάτι χειρότερο: μέτριος λογοτέχνης.

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s