Λολίτα – Β. Ναμπόκοφ

Αυτό το βιβλίο θεωρείται προκλητικό, από τα πλέον προκλητικά, για τον λάθος λόγο. Αυτό το βιβλίο είναι ένα παρεξηγημένο βιβλίο, από τα πιο παρεξηγημένα, αλλά και πάλι για λάθος λόγο. Αυτό το βιβλίο είναι ένα έργο τέχνης, για κάποιους όχι και τόσο προφανείς αλλά ορθούς λόγους.

Ο λάθος λόγος είναι ο εξής ένας και σημαντικός: το θέμα του. Εν τάχει, ένας μεσήλικας διατηρεί ερωτικές σχέσεις με μια ανήλικη και αυτό τον οδηγεί στη καταστροφή. Κι αν κάποτε αυτό ηχούσε προκλητικό, πλέον στην εποχή πραγματικά προκλητικών αναγνωσμάτων φαίνεται παιδαριώδες, σε ένα κοινό εθισμένο στο ακραίο.

Αν λοιπόν αφαιρέσεις το… ξεπερασμένο θέμα του, τι απομένει; Γιατί να θεωρείται κλασικό; Γιατί να διαβαστεί από τον σύγχρονο αναγνώστη;

Ένας… Ραφαηλιδικός, εν πρώτοις, θα είχε ατέλειωτες λεκτικές ονειρώξεις, «κανοναρχώντας» (και εδώ ο Κανόνας) σχετικά με τον ακραιφνώς συμβολικό χαρακτήρα της «Λολίτα». Σχετικά με τις κοινωνικο-πολιτικές συνδηλώσεις περί ευρωπαϊκού πνεύματος που ασελγεί επάνω στην νεότευκτη Αμερική, του Παλαιού κόσμου της γνώσης αλλά και της σήψης, ο οποίος κριτικάρει ανηλεώς την αμάθεια/ αφέλεια του Νέου κόσμου, διαφθείροντας (ψυχή τε και σώματι) την ψευδεπίγραφη αθωότητα του.

Ακόμα και αυτού του είδους η περιοριστικά «παλαιοκομματική», ιδεολογικής φύσης ανάλυση που στοχεύει στην ερμηνεία ως συμπλήρωμα του αφηγηματικού ύφους, είναι σαφώς προτιμότερη από την άκρως τεμπέλικη διαπίστωση περί ανενεργού και ακίνδυνης πρόκλησης, ξεπερασμένης από τον χρόνο.

Γιατί η «Λολίτα» είναι ένα απόλυτο αριστούργημα; Ένας λόγος είναι ότι ποτέ ως τότε (μα και έκτοτε) δεν είχε δοθεί με τόσο υπέροχο και μοναδικό ύφος ένα τόσο αποκρουστικό θέμα.

Πρόκειται για μια μοναδική συγκυρία ευτυχούς συνδυασμού συγγραφικού ύφους και μυθιστορηματικής πλοκής, καθώς η μεν πλοκή του σε ωθεί να μισήσεις τον ήρωα που ομολογεί μονολογώντας το έγκλημά του, αλλά την ίδια στιγμή η απαράμιλλη αφηγηματική τεχνική του Ναμπόκοφ σε υποχρεώνει, αν όχι να τον συμπαθήσεις, να τον ακούσεις. Να τον ακροαστείς με προσοχή, για την ακρίβεια, να αφεθείς στο παραλήρημά του, να ενδιαφερθείς για τη μοίρα του, να είσαι παρών/ούσα στην αισχύνη και στην πτώση του.

Πώς καταφέρνει αυτό το επίτευγμα ο Ναμπόκοφ, μεταφέροντάς μας με άνεση περίσσεια στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού; Η απάντηση δεν είναι τίποτε λιγότερο από την απόλυτη κυριαρχία του λογοτεχνικού ύφους επάνω στο ακατέργαστο υλικό (και σε αρμονικό συνδυασμό με αυτό).

Ο συγγραφέας κλείνει πονηρά το μάτι στον εγγράμματο αναγνώστη και τον προκαλεί: «Θες να δεις πώς είναι από κοντά ένα Τέρας και πώς η πένα μου θα τον μετατρέψει σε κάτι οικείο, κοντινό, ανθρώπινο;» Πρόκειται για μια πρόκληση και μια υπόσχεση που τηρεί μέχρι κεραίας, καθώς ο αναγνώστης ακολουθεί ασμένως την πορεία του Χούμπερτ.

Και ξανά, φτάνοντας στο τέλος, στην έσχατη σελίδα, δίνει το «coup de grâce»: «Τώρα αναγνώστη, θα έχεις καταλάβει πλέον τι μπορεί να κάνει η Μάγισσα Τέχνη στα χέρια ενός Μεγάλου τεχνίτη. Πήρα το ανίερο, το μιαρό (τον θύτη) από την μία πλευρά, και το ασήμαντο, το αδιάφορο, το κοινότοπο (το θύμα) από την άλλη και με την τέχνη του λόγου τα εξύψωσα και τα παρέδωσα στην αιωνιότητα. Όταν όλα και όλοι θα έχουν ξεχαστεί – ήρωες και αναγνώστες- το έργο μου θα παραμένει».

Η «Λολίτα» δεν είναι, συγκεφαλαιώνοντας, ένα ακόμα προκλητικό, βλάσφημο ή ό,τι άλλο θέλετε βιβλίο. Είναι ένα υποδειγματικό λογοτεχνικό είδος per se. Ένα βιβλίο για το πώς πρέπει να γράφεται και τι πρέπει να είναι η λογοτεχνία. Τίποτα λιγότερο.

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s