«Εκεί που είμαι εγώ, εκεί είναι και η Γερμανία» είχε δηλώσει χωρίς καμία διάθεση μετριοφροσύνης ο T. Mann κατά τη διάρκεια της αυτοεξορίας του. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί -σε έναν βαθμό ανάλογο της εποχής- και για την Αμερική του P. Roth.

Ο Εβραιο-Αμερικανός συγγραφέας στο πλούσιο έργο του ανασκάπτει τα θεμέλια της χώρας για να μιλήσει για το θέμα της ταυτότητας, όντας απόγονος μεταναστών, επίγονος ενός μοναδικού πειράματος (αυτού των ΗΠΑ) στην ανθρώπινη ιστορία.
Η ανασκαφή που επιχειρεί όμως ο συγγραφέας δεν έχει τίποτα το ηρωικό, αν μη τι άλλο διότι οι ανθρώπινες κοινωνίες πόρρω απέχουν από το ιδανικό που ακόμα και οι πλέον εμπνευσμένοι (όπως ήταν οι Αμερικανοί Founding Fathers) είχαν συλλάβει στον παγκόσμιας εμβέλειας οραματισμό τους.
Εκείνο που η πένα του μεγάλου συγγραφέα ανασύρει στο «Αμερικάνικο ειδύλλιο» είναι το ανθρώπινο δράμα, η εκδίκηση που παίρνει η πραγματικότητα επάνω στα όνειρα, η αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας, η αγεφύρωτη ετερότητα, και τα τρομακτικά της αποτελέσματα σε ψυχές και σώματα.
Αλλά και το πώς οι μυλόπετρες της Ιστορίας αλέθουν τα άτομα, πώς το προσωπικό δράμα μετατρέπεται σε ιστορικό-πολιτικό, συνεχίζοντας να στοιχειώνει τις ζωές των εμπλεκομένων που αδυνατούν να κατανοήσουν εαυτόν και αλλήλους.
Ο Roth στο εν λόγω βιβλίο συναρμόζει επιτυχώς το ατομικό με το ιστορικό, εμβαπτίζει το προσωπικό δράμα στο συλλογικό, ανατέμνοντας με περισσή ικανότητα -ενίοτε σαδιστική- το κακό στη ρίζα του. Και, στη συνέχεια, για να την καυτηριάσει, απλά θα ρίξει οκάδες το αλάτι στη χαίνουσα πληγή: στην οικογένεια και στον εγγενή κανιβαλισμό της, στον τελετουργικά ανθρωποφαγικό της χαρακτήρα, στην επιμελημένη της κρυψίνοια, στην «comme il faut» σχιζοφρένειά της, στο εργοστάσιο παραγωγής ενοχών της.
Αν υπάρχει κάποιο ειδύλλιο σε αυτό το βιβλίο, λειτουργεί σίγουρα αρνητικά, καθιστώντας την προδιαγεγραμμένη κάθοδο στην κόλαση ακόμα πιο αφόρητη. Η πτώση είναι πολύ πιο επώδυνη για εκείνον που διατηρεί μια ανάμνηση του παραδείσου, ένα νοσταλγικό παρελθόν –έστω ωραιοποιημένο-, καθώς η υπόσχεση της ευτυχίας διαλύεται εμπρός του στα εξ ων συνετέθη.
Και αυτή είναι και η μόνη -απολύτως υποκειμενική- μου ένσταση. Αυτός ο Roth που αγαπώ, ο εμμονικός με την εβραϊκή, αντρική, σεξουαλική του ταυτότητα, με τους ψυχαναγκασμούς, τον αβυσσαλέο εγωκεντρισμό και τα ερεβώδη απωθημένα του, δεν έχει τόσο μεγάλη παρουσία (όση εγώ θα επιθυμούσα) σε αυτή τη σειρά των μυθιστορημάτων με ιστορικό πλαίσιο, καθώς ο συγγραφέας αμφιταλαντεύεται μεταξύ του κοινωνικο-ιστορικού και προσωπικού, επιθυμώντας να καταγράψει την απώλεια της αθωότητας του μεταπολεμικού Αμερικανού.
Παραμένω, επομένως, εσαεί λάτρης των «Θέατρο του Σάμπαθ», «Ζούκερμαν Δεσμώτης» (εκείνο το ονειρεμένο 1ο μέρος της επίσκεψης στον μέντορά του συγγραφέα -μάλλον ο Μπέλοου- και η συνομιλία τους…), «Η ζωή μου ως άντρα», «Πατρική κληρονομιά» κ.ο.κ.
Σε αυτά τα έργα αφήνεται απερίσπαστος, μακριά από τις όποιες πολιτικο-κοινωνικές οχλήσεις, να κατακρεουργήσει την Αγία Οικογένεια και τις τελετουργίες της, βυθίζοντας την ακονισμένη οδοντοστοιχία τού λόγου του στο σηπόμενο σώμα της μεταπολεμικής Αμερικής (δλδ. του συνόλου του Δυτικού κόσμου), με έναν Τσεχοφικό οίστρο και διεισδυτικότητα.
Συγκεφαλαιώνοντας, το «Αμερικάνικο ειδύλλιο» δεν υπολείπεται ουδόλως, μα και δεν ορρωδεί προ ουδενός, έχοντας κατακτήσει τη θέση που του αρμόζει δίπλα στους Κλασικούς, όντας κλασικό.
Μια σκέψη σχετικά μέ το “Αμερικανικό ειδύλλιο – Φ. Ροθ”