Τα πρόσωπα σκεπτικά και δύσθυμα, το βήμα αργό και οι πλάτες σκυμμένες όσο ανηφορίζεις προς τους τάφους, για την τελευταία στάση πριν τον οριστικό αποχαιρετισμό. Οι οικείοι, προφανώς, βυθισμένοι στο πένθος τους και οι λοιποί, παρατηρητές του δρωμένου, αναμένουν την ολοκλήρωσή του. Η «αυλαία» πέφτει και ξεκινά ο δρόμος της επιστροφής.

Έξαφνα παρατηρείς πως όσο απομακρύνονται τα βήματα από το χώρο ταφής, γίνονται όλο και πιο αλαφρά και πιο γρήγορα, οι ώμοι ανασηκώνονται, οι πλάτες ισιώνουν, τα πρόσωπα αποκτούν την καθημερινή τους όψη. Ίσως, μάλιστα παρατηρήσεις κάποια ευθυμία –ιδίως σε ευδία ημέρα-, καθώς ο χρωματισμός των φωνών ξεδιπλώνεται αυθόρμητα.
Ασυνείδητα και σταθερά, η ζωή σε σπρώχνει μακριά από το φρεσκοσκαμμένο χώμα και τις παγερές συνδηλώσεις του. Ως την επόμενη φορά, οπότε, σύννους, θα ανηφορίσεις ξανά τον ίδιο δρόμο ή πλέον θα το κάνουν οι άλλοι για εσένα.