Αυτό είναι ένα βιβλίο που απέφευγα να διαβάσω για χρόνια και ένας οικονομολόγος/ φιλόσοφος που οι μεν κήνσορές του δαιμονοποιούν, οι δε υπέρμαχοί του λατρεύουν ως Προφήτη. Παρέμενε να προσδιορίσω την αξία του ίδιου του έργου, όσο το δυνατόν αποστασιοποιημένα και κλινικά.

Έχει πολύ σωστά λεχθεί πως οι φιλόσοφοι/ θεωρητικοί δεν πρέπει να κρίνονται από τις πράξεις των «μαθητών» τους, αλλά από τα όρια της σκέψης τους. Πιστεύω πως αυτό ισχύει τόσο στην περίπτωση τόσο του Χάγιεκ όσο και του Μαρξ, του Νίτσε κ.ο.κ.
Το γεγονός πως η Θάτσερ όμνυε στο όνομα του ενός ή ο Στάλιν του άλλου, δεν πιστεύω πως πρέπει να αποτελεί δικαιολογία αποκλεισμού, τουλάχιστον από πλευράς μου.
Αφότου επομένως ξεπέρασα τις όποιες ιδεολογικές αγκυλώσεις μου, αφοσιώθηκα σε ένα κείμενο ευφυές, έμπλεο επιχειρημάτων και εμπεριστατωμένης κριτικής, παθιασμένης υπεράσπισης της ελευθερίας και του δυτικού ατομοκεντρισμού, απευθείας επίγονο των κλασικών κειμένων του Διαφωτισμού και Φιλελευθερισμού, στην παράδοση των Mill, Smith, Locke κ.ο.κ.
Προφανώς είναι πολύ πιο εύκολη η ανάγνωσή του πλέον, δεδομένου πως ο βασικός του αντίπαλος, ήτοι ο κεντρικός σχεδιασμός, ο κολεκτιβισμός, έχουν όχι μόνο εξαφανιστεί ως υπαρκτές εναλλακτικές, αλλά έχουν χάσει και την όποια βαρύτητά τους στο φαντασιακό των Δυτικού τύπου δημοκρατιών.
Βεβαίως ο Χάγιεκ δεν στέκεται εκεί, παρά συνεχίζει απτόητος ως τον πυρήνα των απόψεων του αντιπάλου του – του σοσιαλισμού όχι μόνο ως οικονομικού μοντέλου, αλλά ως κοσμοθεωρίας αλλά και νοοτροπίας ακόμα.
Και το πράττει μεθοδικά, ανελέητα, με γνώση και επιχειρήματα άξια θαυμασμού – ιδίως αν σκεφτούμε πως την εποχή που το έγραψε οι συζητήσεις περί κεντρικού σχεδιασμού (από Δεξιά και Αριστερά) ήταν της μόδας και ο ίδιος εκτός.
Έπρεπε να περάσουν κάποιες δεκαετίες για να δει τις ιδέες του να έρχονται στο προσκήνιο και να γίνονται πράξη (τουλάχιστον εν μέρει, και όχι πάντα από τους ιδανικότερους εκπροσώπους, αν και αυτή είναι η ιλαροτραγική μοίρα των ιδεών).
Υπάρχουν δευτερευόντως κάποιες άλλες σκέψεις, οι οποίες όμως δεν έχουν να κάνουν τόσο με την κριτική αποτίμηση των ιδεών του Χάγιεκ (μου λείπουν οι γνώσεις για κάτι τέτοιο): Ως γνήσιος εκπρόσωπος του πνεύματος του Διαφωτισμού αποδεικνύεται αξεπέραστος στην κατάδειξη των θεωρητικών αδυναμιών, των κενών, των αντιφάσεων των αντιπάλων του.
Αλλά όπως συμβαίνει και με εκείνους, τα προβλήματα αρχίζουν όταν επιχειρείται το αναπόφευκτο πέρασμα από το αρνητικό στο θετικό. Όχι στο πόσο τρωτά είναι τα επιχειρήματα των αντιπάλων, αλλά πόσο στέρεα δομημένη και «αεροστεγής» είναι η κοσμοθεωρία που οι ίδιοι ευαγγελίζονται.
Μπορεί λοιπόν ο φιλελεύθερος καπιταλισμός του Χάγιεκ να λειτουργεί εξαιρετικά στο έργο του και να σε πείθει -πιθανώς- για την μοναδική και αναπόδραστή του αλήθεια, αλλά η σκληρή πραγματικότητα έχει πάντα τον τρόπο να εισβάλλει στα κενά και να αποδομεί και την πλέον «αεροστεγή» κατασκευή.
Λογικό, δεδομένου πως κάθε ανθρώπινη θεωρία φέρνει αναπόφευκτα εντός της τον «σπόρο» του ανολοκλήρωτου, του ημιτελούς, του πεπερασμένου. Ως τέτοια λοιπόν αξίζει να αντιμετωπιστεί (από εμένα τουλάχιστον) και η οπτική του Χάγιεκ.
Τι απομένει; Ο θαυμασμός για τον ρυθμό του κειμένου και το πάθος για Ελευθερία (όπως την εννοεί ο ίδιος, τέλος πάντων). Ταυτόχρονα, η ενστικτώδης επιφύλαξη στον κλασικό πειρασμό των αναγωγών (άλλη αναπόφευκτη παγίδα, στην οποία οι περισσότεροι θεωρητικοί υποκύπτουν) ή, τέλος, στο γεγονός πως εκείνοι που ασπάζονται ασμένως την κοσμοθεωρία του Χάγιεκ είναι – ως επί το πλείστον- άνθρωποι που έχουν (πολύ) φαγητό στο τραπέζι τους και (μεγάλη) στέγη στο κεφάλι τους.
Οι λοιποί «κολασμένοι της Γης», ούτως ή άλλως, δεν έχουν την πολυτέλεια των θεωρητικών αντιπαραθέσεων, ώστε να συνδράμουν με τα επιχείρηματά τους.